Μετάφραση: Χριστίνα Θεοδωροπούλου
(Σελ. 528)
Η Εύα Αγουγιό είναι μια νέα γυναίκα που ζει στη Μαδρίτη. Η Εύα η συμφορά, η υστερική, η ανώριμη, η χοντρή, η ξανθιά με το μεγάλο στήθος – άρα χαζή με περικεφαλαία –, πριν από έντεκα ημέρες γέννησε. Την Αμάντα, αυτό το ωραίο μωρό – και δεν είναι η τύφλωση της χαζομαμάς – που σαν λαίμαργος βρικόλακας τσέπης επί εννέα μήνες της ρουφούσε τη ζωή μέσω του ομφάλιου λώρου. Σε μια επιστολή-ημερολόγιο που απευθύνει στη νεογέννητη κόρη της, ενώ η δική της μητέρα χαροπαλεύει στο νοσοκομείο, η Εύα επιχειρεί να της εξηγήσει ποια στ’ αλήθεια είναι η γυναίκα που την έφερε στον κόσμο.
Διάσημη πλέον συγγραφέας του βιβλίου Εθισμένες: Αυτές ποτέ δε λένε όχι, η Εύα είχε για χρόνια αναπτύξει μια σχέση ζωής με την χαμηλή αυτοεκτίμηση, την αποτυχία και την καταστροφή. Εθισμένη στο άγχος και στην αξιολόγηση των άλλων · εξαρτημένη από άφθονο αλκοόλ, άγρια ξενύχτια και περιστασιακούς εραστές. Ύστερα από ένα ερωτικό σκάνδαλο με διάσημο σταρ όπου βρέθηκε άθελά της μπλεγμένη, αναζήτησε καταφύγιο στη Νέα Υόρκη. Εκεί γνώρισε τον τρυφερό, χαμηλών τόνων ?ντον, έναν Ρουμάνο βιολόγο που έγινε τελικά ο πατέρας του παιδιού της.
Στη διάρκεια των πέντε περίπου μηνών που κρατάει η συγγραφή αυτής της επιστολής, η Εύα ξαναζεί τη δύσκολη εφηβεία της και τις τρέλες της ενηλικίωσης. Αναγνωρίζει τα λάθη της και συμφιλιώνεται με τον αληθινό της εαυτό. Εξομολογείται στην κόρη της τι σημαίνει να αποκτάς παιδί χωρίς να το έχεις επιζητήσει και γιατί οι ασυνείδητες επιλογές μας είναι και οι πιο ειλικρινείς. Περιγράφει στις πραγματικές του διαστάσεις τον «ονειρεμένο» κόσμο της εγκυμοσύνης και της μητρότητας, τον αγώνα που πρέπει να δώσει μια νέα μητέρα ώστε να ξεφύγει από τα στερεότυπα που αφορούν στην ανατροφή ενός παιδιού. Πασχίζει να την κάνει να πιστέψει ότι η ζωή είναι ένα θαύμα. Ένα θαύμα σε ισορροπία.
Ο κύκλος της ζωής μιας γυναίκας, η απόκτηση παιδιού και η ουσιαστική «ενηλικίωση», δοσμένα με τρυφερότητα, ειλικρίνεια και χιούμορ. Το μυθιστόρημα της Λουθία Ετσεμπαρία Ένα θαύμα σε ισορροπία διακρίθηκε το 2004 με το σημαντικό ισπανικό βραβείο PLANETA.
Περί μητρότητας και άλλων δεινών
Ενα μυθιστόρημα εμπνευσμένο από τα ταπεινά υλικά της
γυναικείας σφαίρας
ΛΟΥΘΙΑ ΕΤΣΕΜΠΑΡΙΑ
Ενα θαύμα σε ισορροπία
ΜΤΦΡ.: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ
«ΚΕΔΡΟΣ», ΣΕΛ. 525, ΕΥΡΩ 20
Η Ισπανίδα Λουθία Ετσεμπάρια θα μπορούσε να αποτελεί μία από τις αντιπροσωπευτικές περιπτώσεις γυναικών συγγραφέων, η οποία αντλώντας από τα «φτηνά» υλικά της προσωπικής σφαίρας και εστιάζοντας στη γυναικεία εμπειρία κατασκευάζει μυθιστορήματα τα οποία απευθύνονται μεν στο ευρύτερο γυναικείο κοινό, αλλά ταυτόχρονα συμβάλλει, μέσα από τη φεμινιστική οπτική της, στην κριτική επανεξέταση της θέσης της γυναίκας σήμερα. Τα έργα της βρίθουν από «πολύπαθες» ηρωίδες που πασχίζουν να επιβιώσουν σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο, περιγράφοντας -με χιουμοριστικό πνεύμα- τα δεινά της καθημερινότητας των γυναικών, όπως μητρότητα, σεξουαλικότητα, οικογένεια, εμφάνιση, αλλά και τη δυσκολία τους να αντεπεξέλθουν στον ανταγωνιστικό εργασιακό στίβο.
Από τις πρώτες σελίδες μάς διευκρινίζει και τους λόγους της επιλογής του θέματος της μητρότητας ως κεντρικού θέματος του πρόσφατου βιβλίου της: «...τα δύο οριακά γεγονότα στη ζωή του ανθρώπινου όντος είναι, λογικά, η γέννηση και ο θάνατος, ο ένας παρουσιάζεται τόσο συχνά στη λογοτεχνία και η άλλη ούτε καν περιγράφεται», παρατηρώντας εύστοχα πως μετά βίας υπάρχουν περιγραφές τοκετών ή εγκυμοσύνης στους κλασικούς, παράλειψη όχι τόσο παράξενη αν λάβουμε υπόψη πως το 90% της παγκόσμιας λογοτεχνίας έχει γραφεί από άντρες. Ισως αυτό να δικαιολογεί και το γεγονός πως καταγράφονται όλες οι λεπτομέρειες για τα μποτίνια και τα κουρτινάκια της Μποβαρί, αλλά λέξη για την κόρη της. Ωστόσο, όπως ισχυρίζεται λίγο παρακάτω, δεν βρήκε περισσότερα πράγματα για εγκυμοσύνες και τοκετούς ούτε στη σύγχρονη λογοτεχνία, γιατί μέχρι πρότινος φαίνεται πως η γυναίκα που έγραφε δεν γεννούσε, και τανάπαλιν.
Η Ετσεμπάρια επιχειρεί να ανατρέψει αυτό το αυθαίρετο ιδεολόγημα βάζοντας την ηρωίδα της Εύα, μια επίδοξη συγγραφέα, να απευθύνεται στη νεογέννητη κόρη και «μούσα» της, Αμάντα, γράφοντάς της κάτι σαν ανοιχτό γράμμα, εξιστορώντας όλη σχεδόν τη ζωή της και το πώς την έφερε στον κόσμο, προσπαθώντας να ερμηνεύσει αυτή την «ασυνείδητη επιλογή» καθώς, όπως η ίδια ισχυρίζεται, δεν ήταν πραγματικά προετοιμασμένη για την άφιξή της.
Ενα «φυσικό πρόζακ»
Η Εύα εξηγεί τη μετατόπιση που υπέστη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης: διασπάστηκε σε δύο, το μωρό της έγινε η «άλλη», στην οποία άρχισε να απευθύνεται γράφοντας, ώστε να απαλλαγεί από την ενσωματωμένη «άλλη», εκείνη που κουβαλούσε μέσα της, την καταστροφική πλευρά του εαυτού της, που της δημιουργούσε συνεχώς προβλήματα, ρίχνοντάς τη στη μαύρη κατάθλιψη, στο αλκοόλ και σε αδιέξοδες σχέσεις: «Επρεπε να είμαι δύο, γιατί η μία από τις δύο θα με σκότωνε, αντί όμως να σκοτώσω δημιούργησα ζωή και έτσι επιβίωσα». Γράφοντας την πλάθει διαφορετική από τον εαυτό της: «Την Αλλη μου. Μια Αλλη που θα συνέτριβε εκείνη την πρώτη Αλλη που με καταβρόχθιζε. Μια Αλλη φωτεινή και ακίνητη».
Μαγεμένη από τη ρυθμική ανάσα του μωρού, το «φυσικό της πρόζακ», επιδίδεται σε αυτό που δεν είχε ποτέ κάνει μέχρι σήμερα: τη μη λογοκριμένη και αδιάσπαστη γραφή. Το πρώτο κεφάλαιο γράφεται όταν η Εύα βρίσκεται υπό την επίδραση της «ωκυτοκίνης», μιας ορμόνης που εκκρίνεται από τις μητέρες κατά τη διάρκεια του τοκετού και ευθύνεται και ...για τον έρωτά τους με το μωρό τους. Το γραπτό της, που έχει τη μορφή ημερολογιακών καταχωρίσεων, εμφανίζεται αρχικά ως μια «άτακτη διαδοχή σημειώσεων», όμως καθώς προχωρούμε την ανάγνωση διαφαίνεται πως αυτό που ξεκίνησε ως μια ψυχική κατάθεση εν είδει συνειδησιακής ροής, έχει ένα συγκεκριμένο πλάνο και επάλληλες διαστρωματώσεις. Δηλαδή, η κάθε καταχώριση αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη μέρα από την κοινή ζωή μητέρας και κόρης, ακολουθείται από μια αναδρομή στο παρελθόν της μητέρας αλλά και μια αναφορά στο παράλληλο παρόν, σχολιάζοντας τον εξωτερικό κόσμο, μη παραλείποντας να διανθίζει το γραπτό της με εικόνες της καθημερινότητας, σχόλια αλλά και τις δοκιμασίες της γράφουσας, που πασχίζει να επιβιώσει και να καλύψει τα προς το ζην μέσα από τη γραφή.
Η Εύα είναι μια επίδοξη συγγραφέας, η οποία στην ηλικία των 30 και κάτι ζει από δουλειές που σχετίζονται με τη γραφή, αλλά δεν έχει ακόμα δημοσιεύσει κανένα από τα πειραματικά μυθιστορήματά της καθώς οι εκδότες τα απέρριπταν. Αντιθέτως, ένα βιβλίο με συνεντεύξεις που είχε εκδώσει την είχε κάνει διάσημη καθώς το θέμα «Εθισμένες: αυτές που ποτέ δεν λένε όχι», και που της το είχαν αναθέσει επί παραγγελία και αναφερόταν σε περιπτώσεις γυναικών εξαρτημένες από ουσίες, είχε τεράστια επιτυχία. Αργότερα η ίδια θα διαπιστώσει πως στο βιβλίο αυτό ήταν ελεύθερη να εκφραστεί, καθώς ήταν η ίδια εθισμένη στο αλκοόλ και επομένως καλός γνώστης του θέματος.
Στο «Εθισμένες...» δεν ήξερε πως μιλούσε για τον εαυτό της κι ας ήταν και η ίδια μια γυναίκα εθισμένη στο αλκοόλ και στο άγχος, και γι' αυτό και δεν συνέτρεχε λόγος μπλοκαρίσματος καθώς δεν είχε ταυτιστεί με το θέμα της. Γιατί, όπως εξηγεί, το μπλοκάρισμα είναι η ένδειξη πως πλησιάζεις σε αυτό που δεν θέλεις να δεις και προκαλείται από την επαφή με οδυνηρά κομμάτια του εαυτού: «Αντί να μιλώ για μένα μιλούσα για άλλες Εθισμένες ...μιλούσα για μένα δίχως να ξέρω ότι αυτό έκανα, απ' τη στιγμή που κι εγώ βίωνα την ίδια εξάρτηση με τις γυναίκες που παραχωρούσαν τη συνέντευξη».
Ανατομία και πεπρωμένο
Στο μεσαίο κεφάλαιο κι ενώ η μικρή είναι πια κάποιων μηνών, η γράφουσα θα καταπιαστεί με την αναμόχλευση της οικογενειακής της ζωής στο πατρικό της, τη σχέση της με τα αδέλφια της και τη μητέρα της, η οποία έχει επειγόντως εισαχθεί σε κλινική με οξεία παγκρεατίτιδα. Μέσα από τα παρεμβαλλόμενα κεφάλαια στα οποία επαναλαμβάνει ψυχαναναγκαστικά τον εθισμό της στο ποτό και τους βλαβερούς άντρες, μας δίνει και ένα χρονικό του τι προηγήθηκε μέχρι να συναντήσει τον πατέρα της κόρης της, ο οποίος είναι πάντοτε παρών αλλά ελάχιστα αναφέρεται - τουλάχιστον στις πρώτες τριακόσιες σελίδες. Αντιθέτως, αναφέρονται αναλυτικά οι ληγμένες σχέσεις, τα θυελλώδη και χωρίς βάθος ειδύλλια με νάρκισσους και αλκοολικούς, αλλά και η σχέση της ηρωίδας με τον εαυτό της, που είναι η κεντρική σχέση αγάπης-μίσους σε ολόκληρο το βιβλίο. Ο δε πατέρας προβάλλει μόνο σε σχέση με τα καθήκοντά του: αν πήγε βόλτα τη μικρή, αν την καθάρισε, αν την είδε να κάνει κάτι χαριτωμένο. Ενας άντρας που παρουσιάζεται ως φύλακας άγγελος και πατέρας των δύο γυναικών του σπιτιού, πάντα ψύχραιμος, περιποιητικός, προνοητικός, αλλά αμίλητος και σε αντίθεση με τις διάφορες φίλες και γνωστές που πάντα έχουν να πουν κάτι, εκείνος παραμένει σιωπηλός και του αφιερώνονται μόνο κάποιες σελίδες λίγο πριν από το τέλος του πολυσέλιδου αυτού αναγνώσματος, εν είδει επεξήγησης για τον ρόλο του στη ζωή της ηρωίδας, η οποία ύστερα από συνεχείς δοκιμασίες στον ερωτικό και επαγγελματικό στίβο αποφασίζει να απαλλαγεί «από το κυνηγητό του ιδανικού και να ζήσει με έναν προβλέψιμο, αλλά τρυφερό άντρα που σε άλλες συνθήκες θα τον χαρακτήριζε "ξενέρωτο"».
Το μυθιστόρημα στην πρώτη ανάγνωση μοιάζει χειμαρρώδες, μια ακατάσχετη παραληρηματική κατάθεση όλων των λεπτομερειών της ζωής μιας γυναίκας, σκέψεις, μικροεπεισόδια, οικογενειακή ιστορία, σχόλια και κριτική για την πραγματικότητα -ορισμένα αρκούντως καίρια και διασκεδαστικά-, όλα διανθισμένα με ακαταπόνητες περιγραφές για το πόσες φορές μπήκε και βγήκε από την πόρτα του σπιτιού της. Ωστόσο, μέσα από αυτά διακρίνεται και το αίτημα μιας ύπαρξης να επιζήσει αφού βρει τον δικό της τρόπο χειρισμού αυτού του «ακατανόητου θαύματος που είναι ζωή», η οποία, την ίδια στιγμή, την εξαντλεί με τις δυσκολίες της, επιβάλλοντας τη δική της τάξη και ιεράρχηση, ανεξάρτητα από τις επιδιώξεις της ηρωίδας. Διαβάζοντας το λίγο πιο προσεκτικά, βεβαιώνεσαι πως αυτό το εξαιρετικά πλούσιο και γόνιμο υλικό η εξίσου γόνιμη σε ιδέες συγγραφέας θα μπορούσε να το είχε επεξεργαστεί περισσότερο, να είχε δημιουργήσει μια κάποια πλοκή ή κάποιες στοιχειώδεις ανατροπές που θα δικαιολογούσαν τον όγκο του και θα κρατούσαν -σε αφηγηματικό τουλάχιστον επίπεδο- τις ισορροπίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 23/02/2007