12.17€ 10.35€

Awarded Author: Ο'ΝΗΛ, ΕΥΓΕΝΙΟΣ
Published: 2000
ISBN: 960-04-1616-8
Translation: Μπελιές, Ερρίκος
Soft cover
Award: ΝΟΜΠΕΛ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 1936

Due to availability

ΝΟΜΠΕΛ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 1936

«Ένα φεγγάρι για τους καταραμένους» Κέδρος, 2000
Μετάφραση: Ερρίκος Μπελιές
Τρίτη πράξη
Σελ. 104,105

ΤΖΙΜ
(Σαν να μη την άκουσε, κλείνει πάλι τα μάτια) Μετά απ’ αυτό, έπινα τόσο πολύ, που δύσκολα καταλάβαινα τι μου γινότανε. Αν και οι κινήσεις μου ήταν μετρημένες, και κανένας δεν κατάλαβε πόσο μεθυσμένος ήμουνα. (Παύση) Αλλά υπάρχουνε πράγματα που δεν μπορώ ποτέ μου να ξεχάσω: Οι νεκροθάφτες, κι εκείνη στο φέρετρο, ταχτοποιημένη μέσα στα λουλούδια. Δε μ’ αρέσει αυτό που γίνεται στην Αμερική, να μακιγιάρουνε τους νεκρούς. Εγώ με δυσκολία την αναγνώρισα. Ήταν ομορφότερη και νεότερη, σαν κάποια που θυμόμουνα χρόνια πριν. Δηλαδή, σαν ξένη. Που κι εγώ της ήμουνα ξένος. Αδιάφορος. Δεν ενδιαφερότανε πια για μένα. Κι ήτανε τελικά ελεύθερη. Ελεύθερη απ’ τα βάσανα. Απ’ τους πόνους. Από μένα. (Παύση) Τότε συνειδητοποίησα ότι δεν αισθανόμουν απολύτως τίποτα. Ήξερα ότι, κανονικά, έπρεπε να τρελαινόμουν από τον πόνο, αλλά δεν ένιωθα τίποτα. Σαν να είχα πεθάνει κι εγώ. Ήξερα ότι έπρεπε να κλαίω. Καλύτερα ως και να ξέσπαγα σε λυγμούς, παρά να στέκομαι έτσι πετρωμένος. Αλλά, δεν μπορούσα να κλάψω. Έβριζα τον εαυτό μου, «Παλιοτόμαρο, η μάνα σου είναι. Τη λάτρευες και τώρα είναι νεκρή! Την έχασες για πάντα. Ποτέ, ποτέ δεν θα…» Αλλά, τίποτα, ούτε ένα δάκρυ. Προσπάθησα να δικαιολογηθώ μέσα μου, «Είναι πεθαμένη. Δεν τη νοιάζει αυτή αν εγώ κλαίω ή όχι, δεν τη νοιάζει πια τι κάνω. Όλα της είναι αδιάφορα τώρα. Είν’ ευτυχισμένη εκεί που βρίσκεται, γιατί δεν μπορώ να την πληγώσω πια. Κατάφερε και με ξεφορτώθηκε. Γιατί, λοιπόν δεν την αφήνω ούτε τώρα να ησυχάσει;» (Παύση) Αλλά, υπήρχανε μερικοί άνθρωποι γύρω μου, που περίμεναν από μένα κάποια αντίδραση. Και τι έκανα, λες, το γαϊδούρι; Έπεσα στα γόνατα, έκρυψα το πρόσωπο στις παλάμες μου, και φώναξα με λυγμούς: «Μάνα μου, γλυκιά μου μανούλα!» Αλλά από μέσα μου έλεγε, «Τι τομάρι μου είσαι! Τι υποκριτής!» (Ανοίγει τα μάτια του και, κοιτάζοντας αόριστα το φεγγάρι, αφήνει ένα βραχνό γέλιο)