Ο άνθρωπος, ο συγγραφέας

Ο Νίκος Θέμελης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1947. Τελείωσε την Γερμανική Σχολή Αθηνών και σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, ενώ συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία όπου το 1975 έκανε και το διδακτορικό του σε θέματα ευρωπαϊκών κοινοτήτων.
Εργάστηκε στην Αγροτική Τράπεζα, στο υπουργείο Οικονομικών και στη Νομική Υπηρεσία του Συμβουλίου Υπουργών στις Βρυξέλλες.
Από το 1981 υπήρξε συνεργάτης του Κώστα Σημίτη, ακολουθώντας τον στα υπουργεία Γεωργίας, Εθνικής Οικονομίας, Παιδείας, Βιομηχανίας και στα πρωθυπουργικά του καθήκοντα μεταξύ 1996 και 2004.
Το πρώτο του μυθιστόρημα κυκλοφόρησε το 1998, και ως συγγραφέας έγινε αμέσως ιδιαίτερα αγαπητός τόσο στους αναγνώστες όσο και στους κριτικούς. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους λογοτέχνες. Μέσα από τα έργα του μας ταξίδεψε, μας προβλημάτισε, μας προσέφερε μια νέα ματιά στη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Από τις Εκδόσεις Κέδρος κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά του Η αναζήτηση (1998), Η ανατροπή (2000) [Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος, Βραβείο περιοδικού Διαβάζω], Η αναλαμπή (2003), Για μια συντροφιά ανάμεσά μας (2005), Μια ζωή δυο ζωές (2007) και Οι αλήθειες των άλλων (2008) και από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο Η συμφωνία των ονείρων (2010) και Η αναχώρηση (2014).
Έφυγε από τη ζωή το Σάββατο 20 Αυγούστου 2011.
Οι εκδόσεις Κέδρος έχασαν ένα από τα πιο αγαπητά μέλη της οικογένειάς τους.


Έγραψαν για τον Νίκο Θέμελη

Ο Νίκος ξεχώριζε. Δεν ήταν μόνο η εκτεταμένη μόρφωση, η αγάπη στη μουσική, η ενασχόληση με τη λογοτεχνία που τον διέκριναν αλλά και η προσωπικότητά του. Έδινε σημασία στις άλλες γνώμες, αποστρεφόταν τις εμπάθειες και τους δογματισμούς, πρόσεχε τις προσωπικές πλευρές των προβλημάτων, προσπαθούσε να πετυχαίνει συνθέσεις. Αλλά ήταν ταυτόχρονα κριτικός όταν έπρεπε, καυστικός για την ιδιοτέλεια, ειρωνικός για τα μεγάλα λόγια. Πάντα σταθερά προσηλωμένος στις αξίες που πίστευε: στην αντίληψή του για μια κοινωνία που πρέπει να βελτιώνει συνεχώς το επίπεδό της, στην πεποίθησή του ότι κάθε άτομο έχει ευθύνη απέναντι στους πολίτες και γι’ αυτό είναι επιβεβλημένη η ειλικρίνεια στις ανθρώπινες σχέσεις, η εναντίωση στους άκρατους εγωισμούς, η διαμάχη με την ισοπεδωτική μετριότητα.  Ήταν απόλυτα συνεπής απέναντι σε όσα πίστευε. Υπερασπιζόταν τις φιλίες του και τις επιλογές του. Ήταν ανοιχτός στον άλλο, φιλικός, πρόθυμος να βοηθήσει, ανθρώπινος. Είχε πάντα προτάσεις, σκέψεις που βοηθούσαν, δρόμους για λύσεις. Ήσουν πάντα βέβαιος ότι θα πρόσεχε όποιο θέμα αναλάμβανε και θα αφιέρωνε κόπο και χρόνο. Η διήγησή του χρωμάτιζε ακόμη και τα θέματα της καθημερινής ρουτίνας, η παρουσία του ζωντάνευε κάθε συζήτηση. Αν και γνωστός στους κύκλους της Ένωσης, αν και πρόσωπο με γνώμη και ρόλο στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις, αν και πετυχημένος συγγραφέας ήταν πάντα σεμνός. Η αλαζονεία που χαρακτηρίζει στον τόπο μας πολλούς «πετυχημένους» του ήταν ξένη. Ο τρόπος του σε κέρδιζε. Κάθε Αγίου Νικολάου καλούσε σπίτι του για ένα δείπνο που μαγείρευε εξαιρετικά ο ίδιος. Ήταν ένα χαρούμενο βράδυ ξενοιασιάς χάρη στο κέφι του. Ο Νίκος προσέφερε απλόχερα τόσο σε μένα όσο και σε όλους που δούλευαν μαζί του, με χιούμορ, με ιδέες. Η σταθερή συμπαράσταση της Μαριάννας τον βοηθούσε και τον στήριζε τόσο στην πολιτική όσο και στη λογοτεχνία. Κέρδισα πολλά από τη φιλία μας. Ήταν ένα αποφασιστικό στοιχείο στην προσπάθειά μου.
Κώστας Σημίτης, Επικήδειος λόγος για το Νίκο Θέμελη, 22/8/2011

«Απαλλαγμένος από πατριδολατρικές φανφάρες, πεπεισμένος θιασώτης του Διαφωτισμού, αλλά και κριτικός γνώστης των ελληνικών ορίων του, ο Θέμελης ανανέωσε την παράδοση του ιστορικού μυθιστορήματος, συνδυάζοντας τη συναρπαστική δράση, την ποικιλία ων πηγών και την πολύμορφη τοπογραφία του με μια πικρή, πλην όμως απολύτως στέρεη, αυτογνωσία.»
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, Το Βήμα, 23/08/2011

«Δημιουργικός μέχρι το τέλος, με την πολιτική να κατέχει σημαντικό και πρωτεύοντα ρόλο στο βίο του, ο Νίκος Θέμελης ακόμη και στη λογοτεχνία του κινήθηκε ως πολιτικό ον. Βεβαίως ο ίδιος, από το 1998 που εμφανίστηκε στη λογοτεχνία επεδίωκε να κρατά πάντα διακριτές τις δύο ιδιότητές του, ωστόσο το λογοτεχνικό αφήγημα που δημιούργησε συνδέθηκε άρρηκτα με τη γενεαλογία του εκσυγχρονισμού». 
Η Αυγή, 23/08/2011

«Η συνύπαρξη πνευματικότητας και πολιτικής δράσης δεν αποτελεί σπάνιο είδος στην ελληνική πολιτική ζωή, αν και δεν είναι κυρίαρχο, ειδικά στις τελευταίες λίγες δεκαετίες. Ίσως για αυτό υπερτονίστηκε με τη θλιβερή ευκαιρία του θανάτου του Νίκου Θέμελη […] Η θλίψη για την απώλειά του οφείλεται στην παραδοχή ότι ήταν άνθρωπος με γνώσεις, όραμα, προοδευτική σκέψη. Σεβόταν τον αντίπαλο, είχε έφεση στην Αναζήτηση της αλήθειας και διάθεση προσφοράς στα κοινά».
Γιώργος Καρελιάς, Ελευθεροτυπία, 23/08/2011

«Σπάνια συναντά κανείς πολυδιάστατες προσωπικότητες σαν τη δική του. Συνδύαζε επιστημονική συγκρότηση, μόρφωση και καλλιτεχνικά ταλέντα, κουλτούρα, πολιτική σκέψη και εξαιρετικό χιούμορ, όλα αυτά με την πραγματική τους έννοια και σε μια εποχή που η Ελλάδα έδειχνε ήδη ότι το τεράστιο έλλειμμα τέτοιων ανθρώπων ήταν και παραμένει ο μεγάλο της πρόβλημα. Αν στα προηγούμενα προστεθούν η αγωγή και η ευγένεια που τον διέκριναν σε όλες τις εκδηλώσεις της καθημερινότητάς του, μπορούμε να μιλάμε για την επιτομή του αστού σε υπερθετικό όμως βαθμό».
Άγγελος Στάγκος, Η Καθημερινή, 23/08/2011

«Απαλλαγμένος από πατριδολατρικές φανφάρες, πεπεισμένος θιασώτης του Διαφωτισμού, αλλά και κριτικός γνώστης των ελληνικών ορίων του, ο Θέμελης ανανέωσε την παράδοση του ιστορικού μυθιστορήματος, συνδυάζοντας τη συναρπαστική δράση, την ποικιλία ων πηγών και την πολύμορφη τοπογραφία του με μια πικρή, πλην όμως απολύτως στέρεη, αυτογνωσία.»
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, Το Βήμα, 23/08/2011  

Αποσπάσματα από τα βιβλία του

Η αφήγηση του Βάιου
Τον γνώρισα το 1888. Πήγαινα για πρώτη φορά στη Μυτιλήνη, μετά από απαίτηση του πατέρα να τον συνοδεύσω, για να αποκτάω πείρα, ώστε όταν έρθει η ώρα να είμαι πανέτοιμος για να τον διαδεχθώ.
Είχαμε κτήματα κι αμπέλια, βγάζαμε σουσάμι, σύκα και σταφίδα. Είχαμε και δικό μας μύλο και βγάζαμε σουσαμόλαδο. Τα εμπορευόμασταν όλα μόνοι μας, σε κάθε γωνιά της Μαύρης Θάλασσας και στη Μεσόγειο μέχρι τη Μασσαλία. Οι σταφίδες μας φθάναν στο Λονδίνο, στο Άμστερνταμ και στην Αμβέρσα. Το σουσαμόλαδο το προτιμούσανε οι Ρώσοι από το λάδι της ελιάς, κι από Χαλέπα μέχρι Ταγγέρη το ’παιρναν κι έφτιαχναν μυρωδικά. Ο πατέρας είχε καμιά τριανταριά, άνδρες γυναίκες, μόνιμα στη δούλεψή του, που φθάνανε Αύγουστο, Σεπτέμβρη, Οκτώβρη και τους διακόσιους. Μαζευόντουσαν τότε απ’ όλα τα χωριά για να προλάβουμε ν’ ανταποκριθούμε στις ανάγκες σε χέρια που τέλη καλοκαιριού, αρχές φθινοπώρου, έφθαναν στα ύψη. Ο πατέρας μου τα είχε όλα: οικογένεια, σπίτι, περιουσία, προοπτικές. Του έλειπαν μόνο δυο πράγματα: ένας καλός γαμπρός για την αδερφή μου κι ένα πτυχίο για μένα. Με ήθελε έμπορο, με ήθελε μηχανικό, με σπούδαζε χημεία. Η μητέρα μου ήθελε να γίνω καλύτερος απ’ τον πατέρα μου, χωρίς ποτέ να εξηγεί τι εννοούσε, αν και μπροστά του πάντοτε συμφωνούσε με τα σχέδιά του για μένα. Είχα κλείσει κιόλας τρία χρόνια στη Λειψία, μα τίποτα απ’ όλα αυτά δε με συγκινούσε, μήτε οι επιχειρήσεις του πατέρα μου και διόλου η χημεία. Πιο πολύ έτρεχα και παρακολουθούσα τις παραδόσεις στη Φιλοσοφική Σχολή, αραιά και πού τα δικά μου μαθήματα, και όλες οι παρέες μου ήτανε φοιτητές της Νομικής και της Φιλοσοφικής παρά από τη σχολή μου. Είχα βγάλει και μια φωτογραφία με τους δικούς μου συμφοιτητές μέσα στο εργαστήριο, τους την είχα στείλει για απόδειξη πως όλα πάνε καλά, να μην ανησυχούνε και με παρόμοιες πονηριές κράτησα εκείνους μακριά απ’ την πραγματικότητα κι εμένα από την γκρίνια.

Από το μυθιστόρημα Η αναζήτηση του Νίκου Θέμελη (Κέδρος, 1998)

Μεγάλες αποφάσεις σ’ έναν κόσμο που τελειώνει
Μαζί μ’ αυτό θα τέλειωνε κι ο ίδιος. Μαζί μ’ αυτόν κι ολόκληρη μια εποχή καραβανιών, που οργώναν τη Σερβία. Ο Θωμάς είχε κάνει από μόνος του τις ίδιες σκέψεις. Ούτε μια, ούτε δυο φορές. Μάτσο οι αφορμές και οι ευκαιρίες. Όταν στο χρόνο επάνω, όπως λέγαν, θα ολοκληρωνότανε η σύνδεση με Βελιγράδι, Βιέννη και Παρίσι, τα πράγματα θα άλλαζαν ριζικά. Ήτανε φανερό, τα τρένα θα έσβηναν οριστικά όσες χερσαίες μεταφορές γίνονταν έως τότε με τα καραβάνια. Η σιδηροδρομική γραμμή της Σαλονίκης με τα Σκόπια μέχρι τη Μιτροβίτσα είχε ήδη ανοίξει νέες δουλειές για τους Σαλονικιούς και έκλεινε άλλες στα Γιάννενα, στο Ζαγόρι, σ’ όλο το σαντζάκι. Σε τριάντα έξι ώρες θα κάναν τη διαδρομή μέχρι τη Βιέννη, εκεί που άλλοτε θέλανε ένα μήνα με το καραβάνι. Πόσες ώρες άραγε θα έπαιρνε η απόσταση από τη Σαλονίκη μέχρι την Πόλη, που με το καραβάνι χρειάζονταν ημέρες δεκατρείς;

Από την άλλη, η ατμοπλοΐα έπαιρνε συνεχώς όλο και μεγαλύτερο μερίδιο από το χερσαίο εμπόριο της Σαλονίκης με τα λιμάνια της Πόλης και της Μαύρης Θάλασσας. Με τα τρένα της και τα βαπόρια της η Σαλονίκη αργά ή γρήγορα θα ερήμωνε την υπόλοιπη Μακεδονία από κάθε άλλη διαμετακομιστική δραστηριότητα με αντίκτυπο μακριά ίσαμε το Ζαγόρι. Τα ’λεγε και τα ξανάλεγε ο Γιάννης ο μηχανικός απ’ την Κοζάνη, σωστό μυαλό και μετρημένο. Ακόμα και οι Σιατιστινοί τα βρίσκαν δύσκολα, στενάχωρα. Πού τα παλιά τους μεγαλεία! Από τη Ρέσνα, αλλά και τη Σιάτιστα φεύγαν συνέχεια οι νιοι για την Αμερική. Απ’ την Αμερική κάποιοι κάναν ήδη εμπόριο με γούνες. Το τέλος των καραβανιών για το Βορρά και την Ανατολή ήτανε πια γραμμένο.

Αλλά και στους δρόμους για τη Σόφια και τα γύρω μέρη τα πράγματα δεν ήτανε καλύτερα. Οι φήμες πως πλήθαιναν οι λησταντάρτικες συμμορίες έκανε όλο και πιο επικίνδυνο το εμπόριο με τη Βουλγαρία. Στη Φιλιππούπολη κάθε τόσο φασαρίες, λέγαν πως χάθηκαν ζωές. Δυο καραβάνια αμέριμνα πέσανε αναπάντεχα σε απαγχονισμένους, τους βρήκαν να κρέμονται και ν’ ανεμίζουνε δίπλα στο δρόμο. Τη μια φορά ήτανε τρεις δύστυχοι ανάμεσα στο Πέτροβιτς και το ποτάμι, την άλλη δυο στο δρόμο ανάμεσα στο Ουσκιούπ και το Κουμάνοβο. Γυμνωμένοι, δαρμένοι, ακρωτηριασμένοι. Να μην ξεχωρίζεις αν ήταν Σλάβοι, Βούλγαροι ή Ρωμιοί, αθώα θύματα ή εκδίκηση σε θύτες. Ο ξεσηκωμός των Βούλγαρων, η απληστία και η μεγαλομανία τους μετά τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και τη βίαιη προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας πριν ένα μήνα, δεν είχαν μήτε όρια μήτε σταματημό. Είχαν λυσσάξει, είχαν αφηνιάσει. Θα έβαζαν καινούρια σύνορα _ άραγε πού; _ και εμπόδια στο εμπόριο, ήδη απειλούσανε ζωή και βιος όποιου δεν ήτανε δικός τους.

Από το μυθιστόρημα Η ανατροπή του Νίκου Θέμελη (Κέδρος, 2000)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ EKTO
Προχώρησε μέχρι την Αιόλου σκεφτικός, κοιτώντας αφηρημένος στο κενό. Να έχουν μπει οι Βούλγαροι στο χορό, να απειλείται η Μακεδονία κι ο βασιλιάς να έχει μόλις αποπέμψει, για δεύτερη φορά, τον Βενιζέλο μετά από μια τόσο ξεκάθαρη νωπή εντολή στις εκλογές πριν λίγους μήνες. Κι ένα ήτανε σίγουρο σε όλους, ότι μόνη της η Σερβία δεν είχε τις δυνάμεις να αντιπαραταχθεί στη Βουλγαρία. Ο πόλεμος πριν ξεκινήσει, θα ήτανε χαμένος. Έπιασε η ματιά του στο βάθος την Ακρόπολη και της απηύθυνε τις σκέψεις του: «Τούρκοι και Βούλγαροι συνασπισμένοι κι εμείς, ως στρουθοκάμηλοι, να υποκρινόμαστε τους ουδετέρους παίζοντας το παιχνίδι του κάιζερ. Να περιμένουμε παθητικά τη μοίρα και ό,τι ήθελε προκύψει. Και τι παραφροσύνη, όχι μόνο να μην συνδράμουμε τους Σέρβους, αλλά και να αμφισβητούμε αν είναι ορθή η πρόσκληση και διευκόλυνση των συμμάχων να παρέμβουν σε περίπτωση που οι Βούλγαροι επιτεθούνε στη Σερβία. Ωραίοι σύμμαχοι είμαστε για τη Σερβία, έξοχα τιμούμε την υπογραφή μας και τη συμμαχία μας μαζί της». Φούντωνε κάθε τόσο και σχεδόν μονολογούσε: «Υπόδικοι ενώπιον του Ελληνισμού», επαναλαμβάνοντας το κύριο μοτίβο της εφημερίδας του «Η Πατρίς», που στήριζε με πάθος την πολιτική του Βενιζέλου, αποκαλύπτοντας και καταδικάζοντας κατ’ επανάληψη με πρωτοσέλιδα και κύρια άρθρα την πολιτική της ουδετερότητας και της απομονώσεως που οδηγούσε σε βέβαιο κίνδυνο την ακεραιότητα της Ελλάδας, στην απώλεια κάθε ελπίδας για εθνική αποκατάσταση, στον οριστικό στραγγαλισμό του Ελληνισμού.
Ανηφορίζοντας για το σπίτι σκέφθηκε πως ήταν νωρίς για φαγητό ακόμη. Ο Διαμαντής αν δεν είχε πάει στην Αθηναϊκή Λέσχη, σίγουρα θα ’βρισκε μια αφορμή να αρπαχτούν για τα πολιτικά. Η κατάσταση, όσο περνούσε ο καιρός, γινόταν ανυπόφορη στο σπίτι. Ο πόλεμος είχε πάει πίσω τα σχέδιά του, ποιος ξέρει πού πολεμούσε ο δύσμοιρος κύριος Μίλλερ. Η φιλοβασιλική πεποίθηση του γαμπρού του είχε μετατραπεί σε τυφλό φανατισμό. Καθύβριζε με κάθε ευκαιρία τον Βενιζέλο, λες κι ευθυνόταν εκείνος για τον πόλεμο και τον κύριο Μίλλερ. Φανατιζόταν στη δίνη των δικών του συλλογισμών, χειρότερος κι απ’ τον πατέρα του τον μακαρίτη. Η αδελφή του να προσπαθεί μάταια να περισώσει ένα κλίμα στοιχειώδους συνεννόησης και συναναστροφής κι ο Στέφανος να μην αντέχει το ρήγμα ανάμεσα στον πατέρα του και σ’ εκείνον. Να κλείνεται με τις ώρες στο δωμάτιό του.
Κοντοστάθηκε αφηρημένος μπροστά στην είσοδο του ζυθοπωλείου της Πανεπιστημίου. Προβληματιζόταν. Δεν μπορούσε να καταλάβει εκείνο το μένος της πιο εύπορης τάξης, αφού κι αυτοί πίστευαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην ιδέα της εθνικής αποστολής. Γι’ αυτό αβίαστα, αδυνατώντας να βρει άλλη εξήγηση, σκεφτότανε όλο και πιο συχνά, μήπως πίσω απ’ όλα κρυβόταν κάτι άλλο. Μια βαθύτερη επιθυμία του Διαμαντή και των ομοίων του, όχι μόνο να εμποδίσουνε τον Βενιζέλο στην εξωτερική πολιτική του, αλλά μέσω αυτής να τον τελειώσουν κι έτσι να ανακόψουν, να σταματήσουνε συνολικά κι οριστικά αυτό που τους πονούσε πάνω απ’ όλα: τις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις. Κι όσο το σκεφτόταν, τόσο έβρισκε ότι είχε δίκιο. Έκανε μεταβολή, πέρασε από τα «Ηνωμένα Βουστάσια», πήρε ένα κουτί γλυκά με φιόγκο περιποιημένο και κατευθύνθηκε για μία καλημέρα στου Χρύσανθου, μέχρι να φθάσει το μεσημέρι.

Από το μυθιστόρημα Η αναλαμπή του Νίκου Θέμελη (Κέδρος, 2003)

Έγραψαν για τα βιβλία του

Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ
«Οι ανάγλυφοι χαρακτήρες του, το πολυπολιτισμικό στοιχείο, η κριτική διάθεση απέναντι στην ελληνική κοινωνία και ο υπόγειος διάλογος αυτού του βιβλίου με τις πολιτικο-οικονομικο-κοινωνικές προκλήσεις της δεκαετίας του 1990 κέντρισαν εν τέλει όχι μόνο το μαζικό αλλά και το ψαγμένο κοινό, ενώ και αρκετοί ιστορικοί (λ.χ. ο Αντώνης Λιάκος) χρησιμοποίησαν αυτό το μυθιστόρημα ως τεκμήριο στις παρατηρήσεις τους για την πορεία της σύγχρονης Ελλάδας».
Μικέλα Χαρτουλάρη, Τα Νέα, 23/08/2011

Η ΑΝΑΛΑΜΠΗ
«Η αντανάκλαση εξάλλου της Αναλαμπής, συνδυάζοντας διακριτικά νεωτερικά και παραδοσιακά αφηγηματικά στοιχεία, διαχέεται στο πλαίσιο ενός αστικού οικογενειακού θυλάκου, στο εσωτερικό του οποίου ανήκουν και, λίγο-πολύ, παγιδεύονται με τις αποκλίνουσες (δημόσιες και ιδιωτικές) επιλογές τους τα περιφερειακά και τα κύρια πρόσωπα της αφήγησης. Εξέχει ιδιαιτέρως ένα συγγενικό ζεύγος που λειτουργεί και ως ιδεολογικός καταλύτης της μυθοπλασίας».
Δ.Ν. Μαρωνίτης, Το Βήμα, 22/04/2012

Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ
«Τελικά, το συγγραφικό και πολιτικό έργο του Θέμελη συμπυκνώθηκε σε δύο κεντρικές αρχές. Από την αρχή των κεντρικών του ηρώων Θωμά και Ελένης στην Ανατροπή, οι όποιοι είχαν ως γνώμονα της συμπεριφοράς τους την αρχή του ευαγγελικού χριστιανισμού και του πρώιμου Διαφωτισμού, “πράττε έτσι ώστε η συμπεριφορά σου να μη βλάπτει τους άλλους” στην αρχή του Νικόλα, κεντρικού ήρωα στην Αναζήτηση, η οποία απαιτεί να ενεργεί κανείς με τρόπο που αρμόζει στην καντιανή κατηγορική προσταγή, “πράττε έτσι ώστε η ρυθμιστική αρχή της βούλησής σου να μπορεί συγχρόνως να καταστεί καθολικός νόμος”».
Γιώργος Σιακαντάρης, Τα Νέα, 17/10/2011

ΟΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ
«”Έως πότε πια αυτός ο τόπος δεν θα αντέχει να κοιτάξει αλλιώς την Ιστορία του και να αναμετρηθεί μαζί της;” Το ερώτημα βρίσκεται στο μεδούλι του καινούργιου, έκτου, μυθιστορήματος του Νίκου Θέμελη. Βρίσκει τελικά την απάντησή του; Κι αν ναι, μπορεί να γίνει αποδεκτή μια απάντηση που αμφισβητεί παγιωμένες πεποιθήσεις όπως την “αέναη συνέχεια του Ελληνισμού”;».
Δήμητρα Ρουμπούλα, Το Έθνος, 08/11/2008

ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΜΑΣ
«Ο Νίκος Θέμελης δημιουργεί όπως και στα προηγούμενα έργα του, μια ακόμα αξιανάγνωστη ιστορία – δείχνοντας ότι οι αρετές της αμιγούς μυθοποιίας έχουν αξεπέραστη ισχύ.»
Ελισάβετ Κοτζιά, Η Καθημερινή, 11/9/2005

ΜΙΑ ΖΩΗ ΔΥΟ ΖΩΕΣ
«Η αδυναμία επακριβούς προσδιορισμού της ελληνικής ταυτότητας σε ένα ραγδαία μεταβαλλόμενο εσωτερικό, αλλά και εξωτερικό περιβάλλον, όπου τα πάντα παραμένουν ρευστά και υπό επαναδιαπραγμάτευση, αποτελεί κεντρική παράμετρο του νέου μυθιστορήματος του Θέμελη.»
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, «Βιβλιοθήκη» της Ελευθεροτυπίας, 05/04/2007