Στη Βραχεία Λίστα για το Κρατικό Βραβείο Ποίησης, 2021
Μελισσοκομία
Δεν γράφω πια. Έχω φορέσει τη στολή του μελισσοκόμου και περιμένω τις κυψέλες να βουίξουν.
Οι αναχωρητές έχουν κιόλας βαρεθεί στην Εδέμ κι οι φαροφύλακες είναι πλέον τυφλοί – πάνω σε κόκκινους λωτούς προσπίπτουν τα καράβια.
Κι αν τα σμήνη αργήσουν ν’ ακουστούν, θα στοιχίσω τις αυθάδειες που περισσεύουν και θα συνεχίσω να περιμένω.
Η θάλασσα ξεβράζει συνδηλώσεις που κανείς δεν θέλει να περιθάλψει κι οι αφηγητές έχουν ξεχάσει να μιλούν.
Εγώ θα περιμένω τις κυψέλες να βουίξουν. Εσείς μπορείτε να προχωρήσετε.
ΚΡΙΤΙΚΕΣ - ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
Μια ξεχωριστή ουσιαστική ποιητική προσπάθεια. Τίποτε δεν παραλείπεται, τίποτε δεν περισσεύει. Όλα λειτουργούν αρμονικά και σε οδηγούν στην απόλαυση. Από τις καλύτερες φετινές ποιητικές παραγωγές. «Δύσκολα γλιτώνεις αν δεν ξέρεις να πετάς», γράφει η Γιώσα, γνωρίζοντας καλά πως όντως πατά καλά στην ποίηση: «Μόνο εκεί θέλω να υπάρχω. χωρίς νίκες και ισόβιο χρυσό».
Κώστας Α. Κρεμμύδας, Μανδραγόρας, 11/11/2021
Μικρό σε μέγεθος και σε περιεχόμενο το βιβλίο της Ευθυμίας Γιώσα (είθε να συνεχίσει με τέτοιες διαστάσεις), αλλά με σκιά γίγαντα. Όπως ακριβώς η στεγνή μορφή στο εξώφυλλο, που μοιάζει με την κορυφή από ένα βουνό ύπαρξης. Αν και δε συμπαθώ τις ορολογίες, η ποίησή της συνομιλεί με το υπαρξιακό, χωρίς να μπαίνει στο κλουβί μιας υπαρξιστικής απεραντολογίας. Τα υλικά είναι όσο σάρκινα κι όσο άυλα πρέπει. Μήτε πόντο παραπάνω. Και τα φαντάσματα προτιμούν τα «οριστικά άρθρα». Σαν μια παραξενιά της μεταφυσικής τους καθημερινότητας, σαν μια «εθιμοτυπική επίσκεψη» στο απτό και στο συγκεκριμένο, που την αντέχουν μόνο από ανάγκη. Για λόγους διανυκτερεύσεως. Μέχρι να ξημερώσει και να δείξουν την αληθινή χροιά της φωνής τους, «σαν ηπειρώτικο μοιρολόι».
Κώστας Τσιαχρής, ποιείν, 11/05/2021
Τα ποιητικά κείμενα της Γιώσα, σύντομα περιγραφικά κείμενα αρθρώνουν έναν υπερρεαλιστικό λόγο που εστιάζει περισσότερο στο νόημα παρά στην υπόθεση. Η ποιητική της Γιώσα επιθυμεί να αφηγηθεί τη μοναξιά, τον ζόφο μια ματαιότητας που αντλεί την καταγωγή της διακειμενικά, αφού το ύφος της παραπέμπει στην Καβαφική ματαιότητα.
Κατερίνα Παπαδημητρίου, CultureBook, 06/04/2021
Η ποιήτρια καυτηριάζει τον ατομικισμό και το έλλειμμα ανθρωπιάς της εποχής μας. Καλλιεργεί τον κήπο της ποίησής της σαν επίμονος κηπουρός, περιμένοντας κάποια στιγμή να ξυπνήσει ο ναρκωμένος κόσμος.
Κατερίνα Τσιτσεκλή, στίγμαΛόγου, 31/03/2021
Μετά το πρώτο της βιβλίο διηγημάτων, που δεν προσέχθηκε όσο του έπρεπε, η Ευθυμία Γιώσα επανέρχεται μ’ ένα έργο ποιητικό, που έχει τη μορφή μικρών πεζών. Τα κείμενά της βασίζονται στο βιωματικό απρόοπτο, συνδυάζουν με λυρικό τρόπο ονόματα, τοπία, εγκυκλοπαιδικές γνώσεις και απευθύνονται σ’ ένα απόν ερωτικό-συντροφικό «εγώ» για να εκφράσουν με υπερρεαλιστική κάποτε τρυφερότητα έναν κόσμο ματαιότητας και μοναξιάς (λ.χ. το ποίημα «Μόνος»). Η καθημερινότητα είναι στο βιβλίο απειλητική, αλλά συνυπάρχει με νεανική επαναστατικότητα και κοινωνική ευαισθησία. Σε κάποια –λίγα– σημεία η εικονοπλαστική ευκολία της την παρασύρει σε επιδέξιους αλλά αχρείαστους εκφραστικούς ακροβατισμούς, αλλά η Γιώσα με την αποφθεγματικότητά της κερδίζει τελικά το στοίχημα και την προσοχή μας: «Θα γίνουν οι Δευτέρες η Κυριακή που δεν ξέραμε να διεκδικήσουμε».
Δημήτρης Αγγελής, Το Βήμα της Κυριακής, 28/03/2021
Ενα έργο που μας προσκαλεί να αναθεματίσουμε την Εδέμ που έστησαν για εμάς, ακόμα και για τους αναχωρητές που θαρρούμε πως την έχουμε βρει, με μια ποιητική ερμητικά κλειστή, στηριζόμενη σε γρίφους. Αν είστε επιρρεπείς σε νοητικές ασκήσεις με βαθιά νοήματα τότε αυτή να είναι ίσως η κατάλληλη συλλογή για δυνατούς λύτες.
δρόμος της ποίησης, 12/03/2021