Αθήνα, 470 π.Χ. Ο Περικλής (περί-κλέος) ηγούνταν των ελληνικών πόλεων, με αντίπαλο τη Σπάρτη. Ο ηγεμόνας της Αθήνας διοικούσε με παραδειγματικό τρόπο την πόλη του, που είχε φανατικούς φίλους, αλλά και εχθρούς.
Ο Περικλής ήταν πρότυπο δημοκρατικού ηγέτη, όμως είχε και τις αδυναμίες του. Δεν κατάφερε να ξεφύγει από τη φύση του άντρα και ερωτεύθηκε μια εταίρα.
Επρόκειτο για μια γυναίκα που είχε έρθει στην Αθήνα από την ακμάζουσα πόλη της Μιλήτου, μια γυναίκα γνωστή για τα ταλέντα και τις χάρες της. Πολλοί πλούσιοι έμποροι Αθηναίοι που είχαν επισκεφθεί τη Μίλητο μιλούσαν για την εντυπωσιακή ομορφιά και την αγέρωχη κορμοστασιά της και υποστήριζαν ότι γνώριζε καλύτερα από οποιαδήποτε γυναίκα της εποχής το παιχνίδι του έρωτα κι ότι ήταν η ιδανική σύντροφος των διανοούμενων αντρών.
Η προσαρμογή της στην Αθήνα δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση. Τα ήθη, οι συνήθειες, οι νοοτροπίες και οι ζηλοτυπίες απαιτούσαν διπλωματία και λεπτούς χειρισμούς - τομέας στον οποίο η Ασπασία υπερείχε, όπως φάνηκε στην πορεία.
Τα όσα συνέβησαν επηρέασαν τον Περικλή, τον μέχρι πρότινος «ολύμπιο» άντρα, και στη συνέχεια ολόκληρη την αθηναϊκή κοινωνία.
Η Ασπασία υπήρξε μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες προσωπικότητες, αφού δεν έχει εξακριβωθεί αν και σε ποιο βαθμό επηρέαζε τον Περικλή στη λήψη σοβαρών αποφάσεων στον τομέα της πολιτικής.
Η ζωή της ήταν μυθιστορηματική και το τέλος της τραγικό, ενώ μετέωρο και αναπάντητο παραμένει το ερώτημα αν ήταν μια εταίρα ή μια γυναίκα με φιλελεύθερο πνεύμα, πολύ μπροστά από την εποχή της.