Σκεφτόμουνα πάλι ότι μετά από εκατό, διακόσια χρόνια, μπορεί κι εγώ να ήμουνα κούκλα στο μουσείο... Θα μπορούσα να φοράω την ποδιά μου ή τη ζακέτα μου την κίτρινη με τα παπάκια, να ‘χω τις κοτσίδες μου και να περνάει ο κόσμος να με βλέπει και να λέει:
«Τι όμορφα που ήταν τότε τα κορίτσια!...»
Εγώ θα τους ακούω – αλλά τα μάτια μου θα κοιτάνε μπροστά ακίνητα – και τα βράδια θα περπατάω κι εγώ μαζί με τις άλλες κούκλες στις αυλές και στα χαγιάτια και θα βλέπουμε από ψηλά το Γιαλό.
Τι θα βλέπουμε άραγε τότε... μετά από εκατό, διακόσια χρόνια;...