Έργο γραμμένο το 1606-1607, εντάσσεται στα λεγόμενα «ρωμαϊκά» έργα του Σαίξπηρ, μαζί με τα Ιούλιος Καίσαρας, Τίτος Ανδρόνικος, Αντώνιος και Κλεοπάτρα. Η πλοκή του υφαίνεται με κύριο υλικό την υπερηφάνεια που αγγίζει τα όρια της έπαρσης. Ο Γαίος Μάρκιος Κοριολανός, γενναίος στρατηγός των Ρωμαίων, έρχεται σε σύγκρουση με τους συμπατριώτες του, αυτό το «πολυκέφαλο πλήθος» αλλά και με τη ρωμαϊκή Σύγκλητο και καταλήγει να ζητήσει τη βοήθεια του Αουφίδιου, στρατηγού των Βόλσκων, εχθρών των Ρωμαίων. Το τέλος του έργου και η δολοφονία του ήρωα Κοριολανού από συνωμότες καταδεικνύει για άλλη μια φορά την αποστροφή του Σαίξπηρ για το ανώνυμο πλήθος, αυτή την «πρόστυχη μάζα» όπως λέει ο ίδιος.
Η σχέση λαού-εξουσίας, αλλά και λαού-ηγέτη αναλύονται εδώ πιο πολύ απ' οποιοδήποτε έργο του μεγάλου δραματουργού, ενώ ταυτόχρονα λυρικές διηγήσεις και σοφοί μονόλογοι συμπληρώνουν ψηφίδα την ψηφίδα το ρωμαϊκό μωσαϊκό που δεν είναι πολύ διαφορετικό απ' αυτό της κοινωνίας στην Ελισαβετιανή εποχή.