WHITMAN, WALT

Ο Γουόλτ Γουίτμαν (1819-1892) θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους Αμερικανούς ποιητές και ιδρυτής της μοντέρνας Αμερικάνικης ποίησης. Υπέρμαχος του ελεύθερου στίχου, υμνητής της φύσης, του κορμιού, αντρικού και γυναικείου, του παλμού της ζωής σε κάθε έκφανσή του, της δημοκρατίας των μαζών και της ελευθερίας, φιλόσοφος, πανερωτικός, πανθεϊστής, μυστικιστής, βάρβαρος και σαρωτικός, αντισυμβατικός και βέβηλος, οραματιστής κι εμψυχωτής του νεοσύστατου αμερικανικού έθνους, ο Γουίτμαν θα επηρεάσει και θα μπολιάσει με το έργο του  όχι μόνο την αγγλόφωνη αλλά την παγκόσμια λογοτεχνία. Γεννήθηκε στο Λονγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης, δεύτερος γιος μιας οικογένειας με συνολικά εννέα παιδιά. Αφού εργάστηκε σε μια σειρά από επαγγέλματα το 1855 εξέδωσε με δικά του έξοδα την πρώτη μορφή του έργου του Φύλλα Χλόης (Leaves of Grass), μία ποιητική συλλογή δώδεκα ποιημάτων, ανάμεσά τους και το εμβληματικό του κρέντο, «Το τραγούδι του εαυτού μου μου». Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, δούλεψε ως εθελοντής νοσοκόμος στην Ουάσινγκτον στην οποία έζησε για 11 χρόνια και έγραψε την συλλογή ποιημάτων Τύμπανα του πολέμου [Drum Taps], η οποία αργότερα συμπεριλήφθηκε στο συνολικό έργο του. Σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ο Γουίτμαν συνέχισε να εμπλουτίζει και να επανεκδίδει το βιβλίο του, το οποίο στην τελική όγδοη έκδοση το 1891, ένα χρόνο πριν το θάνατό του,  περιλαμβάνει τετρακόσια ποιήματα.

«Είμαι θεϊκός και μέσα και έξω, και καθιστώ ιερό οτιδήποτε αγγίζω ή μ’ αγγίζει,
Η μυρωδιά αυτής της μασχάλης άρωμα πιο εκλεπτυσμένο από την προσευχή,
Αυτό το κεφάλι ανώτερο από εκκλησίες, βίβλους κι όλα τα δόγματα».
(«Το τραγούδι του εαυτού μου»)